Β΄ Παρουσία
Β’ ΠΑΡΟΥΣΙΑ Link to heading
Γράφει ὁ Jeremy Αndersonl: «Ὁ Richard Landes διευθύνει τό Κέντρο Μελετῶν Χιλιετίας στό Πανεπιστήμιο τῆς Βοστώνης, τό ὁποῖο παρέχει μοναδική ἄποψι τοῦ φαινομένου τοῦ ἔτους 2000 ἀπό ἱστορική καί πολιτισμική ἄποψι καί φιλοξενεῖ ἕνα ἰδιαίτερα ἐπιβραβευμένο website (www.mille.org). Μέ ἀναφορές στή μεσαιωνική ἱστορία καί ἀνάλυσι τῶν κινημάτων γιά τό προηγούμενο millennium, ὁ Landes ταυτοποιεῖ δύο χαρακτηριστικές ἀντιδράσεις τίς ὁποῖες συμβολίζει ὡς “ἀντίδρασι πετεινοῦ” καί “ἀντίδρασι κουκουβάγιας”. Οἱ πετεινοί εἶναι οἱ ὁραματιστές τῆς ἀποκαλύψεως πού ξεφωνίζουν: “Ἔρχεται ἡ αὐγή, ξυπνῆστε”. Οἱ κουκουβάγιες ἀπαντοῦν πιό συντηρητικά, κρώζοντας: “Σιωπή, ἔχουμε ἀκόμα πολύ νύκτα μπροστά μας, πέστε πάλι γιά ὕπνο”. Παραδείγματα καί τῶν δύο στάσεων παρατηροῦνται σέ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἱστορίας καί εἶναι ἐξίσου προφανῆ σήμερα»(Βritish Μedical Journal, 21 Αὐ 1999, στό: Re, Ὀ ᾽99, 14).
Ἀνάμεσα στά δύο αὐτά ἄκρα ὁ συνειδητός Χριστιανός ἀκολουθεῖ τόν πετεινό γιά νά εἶναι πάντοτε ἕτοιμος, χωρίς νά καθορίζη, ὡς ἀνόητος, «χρόνους καί καιρούς, οὕς ὁ Πατήρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ»(Πρξ 1, 7).
Ἄς εἴμασθε, λοιπόν, ἕτοιμοι διότι δέν γνωρίζουμε τό χρόνο τῆς ἀτομικῆς μας Β´ Παρουσίας, τῆς ἀναχωρήσεώς μας δηλ. ἀπό τόν κόσμο αὐτό καί τῆς συνακόλουθης μερικῆς κρίσεως τῆς ψυχῆς μας.
Σ᾽ αὐτό τό Κεφάλαιο θά πρέπη νά κάνουμε μερικές διευκρινίσεις γιά νά κατανοήσουμε σωστά τό θέμα μας:
α) Ἡ ἑρμηνευτική τῆς Βίβλου εἶναι συμπληρωματική. Γιά τήν πλήρη θέσι τῆς Ἐκκλησίας σέ κάποιο θέμα, πρέπει νά μήν ἀπομονώνουμε τά χωρία, ἀλλά νά βλέπουμε ὅλα τά παράλληλά τους. Ἄν δέν τό κάνουμε αὐτό, ὁδηγούμασθε σέ παρερμηνεῖες.
Παράδειγμα: Ὁ π. Κλεόπας Ἠλίε, ἀναφερόμενος στό Εὐαγγέλιο τῆς Κρίσεως συμβουλεύει:
«Νά μή λέμε ὅτι στήν ἔσχατη Κρίσι [θά κριθοῦμε μόνο βάσει τῆς ἐλεημοσύνης (Μθ 25) καί] δέν θά κριθοῦμε καί γιά τά ἄλλα ἔργα. Ἄς θυμηθοῦμε τά λόγια τοῦ Κυρίου, πού λέει: “Λέγω γάρ ὑμῖν ὅτι ἐάν μή περισσεύσῃ ἡ δικαιοσύνη ὑμῶν [τά ἔργα τῆς ἀρετῆς] πλεῖον τῶν γραμματέων καί φαρισαίων, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν”(Μθ 5, 20). Νά ἐνθυμούμασθε ὅτι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν εἶναι γιά τούς πτωχούς κατά τό πνεῦμα (Μθ 5, 3) καί αὐτῶν πού διώκονται γιά τή δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ (Μθ 5, 10). Νά σκεπτώμασθε ὅτι μόνο ὅσοι φθάσουν στήν ἀκακία καί καθαρότητα τῶν νηπίων θά εἰσέλθουν στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν (Μθ 18, 3 καί 19, 4). Μή ξεχνᾶμε ὅτι “διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ”(Πρξ 14, 22). Ἐνῶ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος λέει: “Οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι (: ὑβριστές), οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσιν”(Α´ Κορ 6, 10). Καί ἀλλοῦ λέει: “Μή πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοί οὔτε μαλακοί οὔτε ἀρσενοκοῖται βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι”(ὅπ.π.). Ἐνῶ στήν πρός Ἐφεσίους ὑποστηρίζει τά ἴδια πράγματα λέγοντας: “πᾶς πόρνος ἤ ἀκάθαρτος ἤ πλεονέκτης, ὅς ἐστιν εἰδωλολάτρης οὐκ ἔχει κληρονομίαν ἐν τῆ βασιλείᾳ τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ”. Ἐνῶ στήν Ἀποκάλυψι ἀναφέρεται: “Τοῖς δέ δειλοῖς καί ἀπίστοις καί ἐβδελυγμένοις (: τούς σιχαμένους) καί φονεῦσι καί πόρνοις καί φαρμακοῖς (: τούς μάγους) καί εἰδωλολάτραις καί πᾶσι τοῖς ψευδέσι τό μέρος αὐτῶν ἐν τῇ λίμνῃ τῇ καιομένῃ ἐν πυρί καί θείῳ, ὅ ἐστιν ὁ θάνατος ὁ δεύτερος”(Ἀπκ 21, 8). Καί ὁ Κύριος λέει ὅτι “πᾶν ρῆμα ἀργόν (: βρισιά καί συκοφαντία) ὅ ἐάν λαλήσωσιν οἱ ἄνθρωποι, ἀποδώσουσι περί αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως”(Μθ 12, 36).
Ἔτσι, λοιπόν, γιά ὅλα τά καλά καί κακά ἔργα θά ἐξετασθοῦμε στή μέλλουσα κρίσι. Καί ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος, ὅταν ἀναφέρη ὅτι θά κριθοῦμε βάσει τῶν ἕξι ἔργων τῆς ἐλεημοσύνης (Μθ 25, 34-45), νά ἐννοοῦμε ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι μία ἀπό τίς θυγατέρες τῆς ἀγάπης, ὅπως λέει κι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι “ἡ ἀγάπη… χρηστεύεται (: ἀγαθοεργεῖ)”(Α´ Κορ 13, 4). Λοιπόν, ἐπειδή ἡ ἀγάπη εἶναι “σύνδεσμος τελειότητος”(Κολ 3, 14), νά στοχαζώμασθε ὅτι μέ τήν ἀγάπη πρός τό Θεό καί τό συνάνθρωπο, πηγάζουν ὅλα τά ἀγαθά ἔργα καί ὅτι ὅποιος ἔχει τελεία ἀγάπη ἐκεῖνος ἔφθασε στό πλήρωμα τοῦ Νόμου (Ρμ 13, 8-10). Διότι στήν ψυχή του ἔχει περισσότερο τά καλά ἔργα ἀπό τά ὁποῖα οὐδέποτε ἐκπίπτει (Α´ Κορ 13, 8). Ἐπειδή ἡ ἀγάπη περιέχει ὅλα τά καλά ἔργα.
Γι᾽ αὐτό θά ρωτήση ὁ Κύριος στήν Κρίσι μόνο γιά τήν ἐλεημοσύνη, διότι ὁ ἐλεήμων εἶναι πηγή τῆς ἀγάπης πρός τό Θεό καί τούς ἀνθρώπους καί ἐργάτης ὅλων τῶν ἀγαθῶν ἔργων»(Ρ, 146).
- Μέ τήν ἴδια λογική καί τό: «Ἔδοξε γάρ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν μηδέν πλέον ἐπιτίθεσθαι ὑμῖν βάρος πλήν τῶν ἐπάναγκες τούτων, ἀπέχεσθαι εἰδωλοθύτων καί αἵματος καί πνικτοῦ καί πορνείας»(Πρξ 15, 28-29), θά ἀπέρριπτε τήν ἀναγκαιότητα τῆς πίστεως ὡς στοιχεῖο τοῦ Χριστιανοῦ (Κ, 183).
- Ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης γράφει, ἐπίσης, πολύ ὡραῖα: «Γιατί ἄραγε στήν περιγραφή τῆς φοβερῆς ἡμέρας τῆς Κρίσεως οὔτε ἕνα λόγο δέν εἶπε ὁ Κριτής οὔτε γιά δικαιοσύνη, οὔτε γιά σωφροσύνη, οὔτε γιά ταπείνωσι, οὔτε γιά κάποια ἄλλη ἀρετή, ἀλλά παρουσιάζοντας ὅλη τήν κρίσι Του νά γίνεται πάνω στήν ἐλεημοσύνη, τούς μέν ἐλεήμονες εὐλόγησε καί δόξασε, τούς δέ ἀνελεήμονες καταράσθηκε καί παίδευσε; Λοιπόν, λές, μόνο ἡ ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης σώζει τόν ἄνθρωπο, ἀκόμη κι ἄν εἶναι γυμνός ἀπό τίς ἄλλες ἀρετές, καί οὔτε οἱ ἀσελγεῖς, οὔτε οἱ ὑπερήφανοι, ἀλλά μόνο οἱ ἀνελεήμονες κολάζονται; Ὅποιος διαβάζει τό σημερινό Εὐαγγέλιο, ἐκεῖνος συμπεραίνει αὐτά. Ναί, πραγματικά· ἀλλά ἄραγε συλλογίζεται σωστά;
Ἄν κάποιος μπῆ σέ παράδεισο γεμάτο ἀπό κάθε εἴδους καρποφόρα δέντρα, δέν δῆ, ὅμως, οὔτε περιεργασθῆ ὅλα τά μέρη του, ἀλλά, προσηλώνοτας τά μάτια σέ ἕνα μόνο μέρος, καί βλέποντας ἐκεῖ μηλιές, συμπεράνη ὅτι μῆλα μόνο ἔχει ἐκεῖνος ὁ παράδεισος, ἄραγε εἶναι σωστό τό συμπέρασμά του; Ἄραγε λέει τήν ἀλήθεια, λέγοντας καί ἐπιβεβαιώνοντας ὅτι μόνο μῆλα βρίσκεις σ᾽ ἐκεῖνο τόν παράδεισο; Ὄχι· ἄν αὐτός ἔστρεφε τά μάτια του παντοῦ καί περιεργαζόταν ὅλα τά μέρη τοῦ παραδείσου καί ἔβλεπε ὅλα τά δέντρα σ᾽ αὐτόν, τότε μόνο μποροῦσε νά πῆ τί περιέχει ἐκεῖνος ὁ παράδεισος. Τό ἴδιο συμβαίνει καί σ᾽ ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ πάρη στά χέρια τήν Ἁγία Γραφή, παραλείποντας ὅλα τά ἄλλα, ὅσα εἶναι γραμμένα σ᾽ αὐτήν, διαβάζει ἕνα μόνο κομμάτι, ἀπό αὐτό δέ μόνο συμπεραίνει τί διδάσκει ὅλη ἡ θεία Γραφή· αὐτός σφάλλει ἀναμφίβολα, κάποιες δέ φορές πέφτει καί σέ αἱρέσεις καί παραλογισμούς»(στό: Σιγ, 72).
Στή συνέχεια ἀναφέρει ὅτι ὁ Κύριος προηγουμένως εἶχε μιλήσει γιά τόν μή ἔχοντα ἔνδυμα γάμου, τό ὁποῖο συμβολίζει τό σύνολο τῶν ἀρετῶν, ἐνῶ ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι μία ἀπ᾽ ὅλες. Στηρίζει δέ τό ὅτι τό ἔνδυμα γάμου, συμβολίζει τό σύνολο τῶν ἀρετῶν στά: «Ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν (: στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ) ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε (: Τόν ντυθήκατε)»(Γαλ 3, 27).
Γιατί, ὅμως, στήν Παραβολή τῆς Κρίσεως μιλᾶ μόνο γιά ἐλεημοσύνη; Ἀπαντᾶ ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης (Ζ, 526): γιά νά ἐλεῆ, σημαίνει ὅτι ἔχει ἀγάπη πρός τόν πλησίον· Καί πιστεύοντας ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ πτωχοῦ τό Χριστό, ἔχει καί τήν πρός τό Χριστό ἀγάπη.
* * *
Ὁ ὅσ. Ἐφραίμ ὁ Σύρος γράφει: «Θά προηγηθῆ, πρίν ἀπό τήν παρουσία Του, φοβερή φωτιά, πού καθαρίζει τή γῆ ἀπό τίς ἀσέβειες ἐκείνων πού τήν μόλυναν»(Ε1, 146).
- Ἀκόμα: «Ὁ Θεός ἔδειξε στό πρόσωπο τοῦ Ἐνώχ πῶς κατά τήν ἀνάστασι χωρίζονται οἱ δίκαιοι ἀπό τούς ἁμαρτωλούς, καί στό πρόσωπό τοῦ Ἠλία πῶς ἀνυψώνονται τά σώματα στόν ἀέρα»(E6, 250).
- Σημειώνει καί ὁ Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «“Καί ὅτε ἤνοιξε τήν σφραγίδα τήν ἑβδόμην ἐγένετο σιγή ἐν τῷ οὐρανῷ ὡς ἡμιώριον”(Ἀπκ 8, 1). Καί τί ἄραγε νά σημαίνη τούτη ἡ σιωπή; Ὁ νεώτερος θεολόγος Γεώργιος ὁ Κορέσιος λέγει ὅτι σημαίνει τή μεγάλη ὀργή τοῦ Θεοῦ· ὀργίσθηκε ὁ Θεός καί λόγῳ τῆς μεγάλης Του ὀργῆς, γίνεται τούτη ἡ μεγάλη σιωπή στόν οὐρανό… Ἔπαυσαν οἱ Ἄγγελοι τούς ἀγγελικούς ὕμνους· σταμάτησαν οἱ ἅγιοι ἀπό τό νά Τόν παρακαλοῦν· φόβος μεγάλος χύθηκε σ᾽ ὅλα τά τάγματα τῶν Ἀγγέλων καί σ᾽ ὅλους τούς χορούς τῶν ἁγίων· “λέων ἐρεύξεται (: θά βρυχηθῆ) καί τίς οὐ φοβηθήσεται;”, κατά τόν προφήτη Ἀμώς (3, 8). Ὁ Κύριος θύμωσε καί ποιός δέν τρέμει; Χριστιανοί ἄθλιοι, Χριστιανοί ταλαίπωροι, γιά τίς δικές σας παραβάσεις καί ἁμαρτίες ὀργίσθηκε ὁ Θεός καί ποῖος τώρα νά βρεθῆ νά Τόν ἡμερέψη; Ἰδού, ὅπου ὅλοι οἱ ἅγιοι σιωποῦν καί δέν ἀποτολμοῦν νά παρακαλέσουν τό Θεό γιά σᾶς. Ἐπειδή τόσες πολλές εἶναι οἱ παραβάσεις καί ἁμαρτίες σας πού νίκησαν τίς πρεσβεῖες καί μεσιτεῖες τῶν ἁγίων καί πλέον δέν εἰσακούονται ἀπό τό Θεό»(X, 361).
- Ἀκόμα: «Ἰδού Χριστιανοί, πού ὁ Θεός εἶναι θυμωμένος ἐναντίον σας διότι παραβαίνετε τίς ἐντολές Του, διότι Τόν ἐπιβουλευθήκατε μέ τίς ἁμαρτίες σας, καί ἀποστατήσατε ἐναντίον Του, ζητώντας νά Τοῦ πάρετε τή θεϊκή τιμή… Τώρα λέει: “πῦρ ἐκκέκαυται (: ἔχει ἀνάψει) ἐκ τοῦ θυμοῦ Μου· καυθήσεται ἕως ᾅδου κατωτάτου”(Δευτ 22, 22). Καί τώρα: “μεθύσω τά βέλη Μου ἀφ᾽ αἵματος (: θά βουτήξω τά βέλη Μου στό αἷμα) καί ἡ μάχαιρά Μου φάγεται κρέα”(Δευτ 22, 42). Τί νά περιττολογῶ; Ὁ ᾅδης θά εἶναι ὁ τόπος τῆς ἐξορίας σας…: “ἀποστραφήτωσαν ([προστακτική ἀντί μέλλοντος] θά ἀπορριφθοῦν) οἱ ἁμαρτωλοί εἰς τόν ᾅδην”(Ψ 9, 18). Ἰδού ὅλοι οἱ ἅγιοι σιωποῦν, ὅλοι φοβοῦνται καί κανείς ἀπ᾽ αὐτούς δέν ἀποτολμᾶ νά παρακαλέση τό Θεό γιά σᾶς· ὤ ἐλεεινή συμφορά τῶν ἀθλίων ἁμαρτωλῶν! Καί τἄχα δέν βρίσκεται κάποιος νά ἐμποδίση αὐτή τήν ἀπόφασι; Ἄραγε δέν ὑπάρχει κανένας μεσίτης νά ἡμερώση τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ; Ναί ὑπάρχει, ὑπάρχει»(X, 362). Ἡ Θεοτόκος, ὅπως ἀναφέρει παρακάτω.
- Μιά ὡραία εἰκόνα μᾶς δίνει ὁ Ρ. Lalonde: «Σέ ἕνα ἤρεμο ποτάμι ψαρεύει ἕνας Χριστιανός. Καθώς ξεκουράζεται, ὁ Κύριος τοῦ λέει: “Γυιέ μου, πρέπει νά σέ προειδοποιήσω τί ὑπάρχει μπροστά σου σ᾽ αὐτό τό ποτάμι. Κάποια μέρα θά φθάσης σέ μιά στροφή καί ξαφνικά θά σηκωθῆ τρικυμία. Ἐπικίνδυνοι βράχοι θά προβάλουν στό νερό καί τά κύματα θά ἀρχίσουν νά σχίζουν τήν πλώρη τῆς βάρκας σου. Καθώς θά κοιτᾶς γύρω σου, θά δῆς κάποια πολύ συγκεκριμένα πράγματα στήν ἀκτή πού θά σοῦ ὑποδείξουν ἀκριβῶς σέ ποιό σημεῖο βρίσκεσαι στό ποτάμι. Μετά θά σηκώσης τό κεφάλι σου καί ἐνῶ ἡ βάρκα σου θά ᾽χη ἀρχίσει νά παίρνη νερά, θα δῆς ἕνα καταρράκτη μπροστά σου πιό φοβερό κι ἀπό τό Νιαγάρα. Τότε θά συνειδητοποιήσης πώς ἡ βάρκα σου εἶναι ἕτοιμη νά πέση στούς καταρράκτες”.
“Γιατί μου τά λές αὐτά”; θά ρωτήση ὁ τρομοκρατημένος Χριστιανός ἀδερφός μας. “Διότι θέλω νά ξέρης”, ἀπαντᾶ ὁ Κύριος, “ὅτι προτοῦ ἡ βάρκα σου φθάση στούς καταρράκτες, Ἐγώ θά κατεβῶ ἀπό τούς οὐρανούς καί ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ, θά σέ βγάλω ἀπό τή βάρκα, ἐπειδή ἐκεῖ πού εἶμαι Ἐγώ μπορεῖ νά βρίσκεσαι καί ἐσύ! Θέλω νά θυμᾶσαι πώς οἱ ἐλπίδες σου βρίσκονται ὄχι σ᾽ αὐτή τή βάρκα, ἀλλά σέ Μένα”»(LP, 10).
- Μιά εὐλογημένη ψυχή στήν Κύπρο, ὁ γερο-Παναῆς ἀπό τή Λύση, ἔλεγε: «“Στεῖλε τό Λάζαρο νά πῆ στ᾽ ἀδέλφια μου νά μετανοήσουν”, εἶπε ὁ πλούσιος. Αὐτά πρό τῆς κρίσεως. Καί ἡ μάνα πού πέθανε καί βλέπει τά παιδιά της νά παραστρατοῦν, νά ἁμαρτάνουν, λυπᾶται. Ἀλλά μετά τήν κρίσι, ὄχι. “Οὐ φόβος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός”, ἀλλά χαρά καί φῶς. Ὅπως ὅταν ἐμεῖς ἔχουμε ἀναμμένα φῶτα, δέν μποροῦμε νά δοῦμε πρός τά ἔξω, πού εἶναι σκοτάδι, ἐνῶ οἱ ἔξω στό σκοτάδι, μᾶς βλέπουν, ἔτσι καί στό χῶρο τοῦ Παραδείσου»(Α, 77).
- Ὁ π. Βασίλειος Γοντικάκης ἐπισημαίνει: «Ὁ πατέρας μειλίχια προσκαλεῖ τόν πρεσβύτερο υἱό, τῆς Παραβολῆς τοῦ Ἀσώτου, στή χαρά, στό εὐχαριστιακό τραπέζι. Καί εἶναι σάν νά τοῦ ζητᾶ νά μπῆ στήν κόλασι. Φουντώνει μέσα του τό μίσος· καί ἀκούει τή στοργική πρόσκλησι τοῦ πατέρα σάν ὀργισμένη ἀποπομπή.
Μήπως ὅλα αὐτά λένε κάτι γιά τό πῶς θά γίνη ἡ τελική κρίσι στή Β´ Παρουσία;
Μήπως ἡ ὀργή (“ὠργίσθη καί οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν”) κάνει τή μοχθηρή καρδιά νά βλέπη ὀργισμένο καί βλοσυρό τό ἱλαρό πρόσωπο τοῦ ἐλεήμονος Θεοῦ; Καί τό μίσος, πού δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο πού τό ἔχει, νά μπῆ στό κοινό πανηγύρι τῆς χαρᾶς, παραποιεῖ γι᾽ αὐτό τόν ἴδιο τήν πρόσκλησι γιά τόν παράδεισο σέ ἀποπομπή πρός τό πῦρ τό ἐξώτερο; Μήπως τό μίσος εἶναι κόλασι πού κατατρώει τά σωθικά μας; Καί ἡ θεία ἀγάπη παράδεισος πού μᾶς ἀναζωογονεῖ; Μήπως ἡ ἴδια ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι παράδεισος γιά τούς σωσμένους, ὑγιεῖς, πού ἀγαποῦν, πού μετανοοῦν κι ἔχουν νοῦ Χριστοῦ; Καί ἡ ἴδια ἡ ἀγάπη εἶναι κόλασι γιά τούς ἀρρώστους, δηλ. γιά κείνους πού δέν ἀγαποῦν, δέν μετανοοῦν, δέν ἔχουν νοῦ Χριστοῦ;
Μήπως ἡ μία κλῆσι τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος “θέλει πάντας σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν”, θ᾽ ἀκουσθῆ ἀπ᾽ ὅσους δέν ἀγαποῦν, λόγῳ τῆς διαστροφῆς καί τῆς ἀμετανοησίας τους: “Πορεύεσθε ἀπ᾽ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τό πῦρ τό αἰώνιον”· καί ἀπ᾽ αὐτούς πού ἀγαποῦν: “Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου…”;
Μήπως ἀπό σήμερα δέν κρινόμασθε; Μήπως ἀπό σήμερα δέν ἑτοιμαζόμασθε γιά τό ποιά θέσι θά πάρουμε τότε μόνοι μας; Δέν ἑτοιμαζόμασθε γιά τήν κρίσι τῆς ἀγάπης; Δηλ. γιά τό ἄν δεχώμασθε, ἄν ζοῦμε τήν ἀγάπη ὡς παράδεισο ἤ ὡς κόλασι;»(ΑΒ, 27).
* * *
- «Ἀναφέρει ἡ ἱστορία ὅτι γιά τόν ἐκχριστιανισμό τοῦ ἄγριου φύλου τῶν Βουλγάρων ἀπεστάλη ἀπ’ τήν ἐκκλησία τῆς Κων/λεως καί τόν αὐτοκράτορα Μιχαήλ τόν Γ´ ὁ πεπαιδευμένος καί φιλόσοφος μοναχός Μεθόδιος, ὁ κατόπιν ἀνακηρυγμένος ἱεραπόστολος τῶν Σλαύων. Ὁ Μεθόδιος συνάντησε μεγάλες δυσχέρειες γιά τή διάδοσι τοῦ χριστιανισμοῦ μεταξύ τῶν ἀγρίων Βουλγάρων καί, μάλιστα, ἀπ’ τό μέρος τοῦ ἡγεμόνα τους τσάρου Βόριδος τοῦ Α´. Ἐπειδή κανένα εἶδος παιδαγωγικῆς μεθόδου δέν ἐπέδρασε στόν ἄγριο Βόριδα, ἀπόγονο τοῦ θηριώδους Κρούμμου, ὁ Μεθόδιος ἐπωφελημένος ἀπ’ τή τέχνη τῆς ζωγραφικῆς, τήν ὁποία γνώριζε, κατόρθωσε νά τοῦ ἀνατεθῆ ἡ ἐσωτερική διακόσμησι τῶν ἀνακτόρων τοῦ Βόριδος. Λαμβάνοντας τήν ἄδεια γιά νά ἀναπαραστήση στόν ὄροφο καί στούς τοίχους τοῦ ἀνακτόρου διάφορες παραστατικές εἰκόνες, πέτυχε νά ζωγραφίση τήν εἰκόνα τῆς μελλούσης κρίσεως μέ τόση ἐπιτυχία, ὥστε ὁ Βόρις εἰσερχόμενος γιά νά ἐπιθεωρήση τή διακόσμησι, μόλις τήν ἀντίκρυσε, κυριεύθηκε ἀπό μεγάλο φόβο καί τρέμοντας ζήτησε πληροφορίες γιά τόν ἐπί θρόνου ὑψηλοῦ… καθήμενο Κριτή Βασιλέα· ἀκούει μέ προσοχή, ἀναπολεῖ τήν ὥρα τοῦ θανάτου, συνέρχεται, μετανοεῖ, βαπτίζεται καί μετονομαζόμενος Μιχαήλ γίνεται αὐτός πλέον διδάσκαλος Χριστιανός τῶν ὑπηκόων του.
Πόσο ἐπέδρασε σ’ αὐτόν καί ἡ ἁπλή θέα τῆς φοβερᾶς εἰκόνος τῆς μελλούσης κρίσεως!»(ΛΠ, 205).